Ο άγνωστος αγώνας των γρεβενιωτών το 1821
Γρεβενά 23/3/00
Ένα από τα κύρια προπύργια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, αποτέλεσαν και τα Γρεβενά, τα οποία, παρότι άργησαν να απελευθερωθούν από τους Τούρκους, χρησίμευσαν για τους μαχητές της κυρίως Ελλάδας, ως το φυσικό τους φρούριο από τους εχθρούς , καθώς οι Γρεβενιώτες επαναστάτες, που είχαν πάρει τα βουνά, φύλαγαν καλά τις κύριες διαβάσεις της Πίνδου, αποτρέποντας έτσι πολλές φορές τις μαζικές μετακινήσεις των Τούρκων προς την επαναστατημένη Ελλάδα.
Η αντίσταση των Ελλήνων της περιοχής άρχισε με τους αρματολούς και τους κλέφτες, πολλά χρόνια πριν την επανάσταση, οι οποίοι έχοντας ως ορμητήριο την απάτητη Πίνδο, κατόρθωσαν να διατηρήσουν άσβεστη την εθνική ιδέα και παράλληλα να διαφυλάξουν τον ελληνικό πληθυσμό από τις Τουρκικές θηριωδίες.
Πρώτος αρματολός της Πίνδου, ήταν ο Πάνος ή Παναγιώτης Ζήδρος (1630-1750), που κατάγονταν από χωριό της Πίνδου, αλλά είχε ως έδρα του «Εξαρχάτου» το Βλαχολείβαδο της Ελασσόνας. Όταν η επαρχία των Γρεβενών αποσπάστηκε, καπετάνιοι (1730-1780) έγιναν τα πρωτοπαλίκαρα του Ζήδρου, ο Τόσκας, από την Τίστα (σημερινό Ζιάκα) Γρεβενών και ο Δήμος ή Ντελή-Δήμος, από τα Χάσια ή την Τίστα.
Η υπεροχή των Ελλήνων στις απάτητες από τους Τούρκους βουνοκορφές και στρατηγικά περάσματα της Πίνδου, συνεχίστηκαν και με την περίφημη οικογένεια Ζιακαίων, η οποία έκανε την εμφάνισή της στην επανάσταση του 1770, με τον περίφημο Γερο Ζιάκα, ενώ σημαντική δράση είχε την περίοδο εκείνη και ο Γιάννης Πρίφτης ή του Παπά, από τη Σαμαρίνα Γρεβενών.
Με την αποτυχημένη όμως επανάσταση του 1770, ο νομός Γρεβενών και ιδιαίτερα η οικογένεια των Ζιακαίων και η γενέτειρα τους, ο Μαυρονόρος, πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος. Αυτό όμως δεν πτόησε του Έλληνες της περιοχής, που ζούσαν πάντα με την ελπίδα της λευτεριάς, παρά το γεγονός ότι τα αντίποινα των Τούρκων ήταν πολλά. Άσβεστη αυτή την ελπίδα την κράτησε και ο ερχομός στην περιοχή του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ο οποίος αναπτέρωσε το ηθικό των σκλαβωμένων Ελλήνων.
Από το 1821 και μετά στη Γρεβενιώτικη Πίνδο κυριάρχησαν οι Ζιακαίοι, με πρώτον τον Γιαννούλα Ζιάκα, που έλαβε μέρος και στην υπεράσπιση του Μεσολογγίου, ενώ παράλληλα οργάνωσε και το λημέρι του στη Βάλια-Κάλντα, αποκόπτοντας περί τους 40 χιλιάδες Τουρκαλβανούς, από την ελεύθερη Ελλάδα και οχύρωσε το Σπήλαιο Γρεβενών, το οποίο αποτέλεσε το προπύργιο των επαναστατών.
Μετά τη δολοφονία του Γιαννούλα Ζιάκα, στην πόλη των Γρεβενών το 1826, αρχηγός της επανάστασης των αρματολών της Πίνδου αναλαμβάνει ο θρυλικός Θόδωρος Ζιάκας, η δράση του οποίου, επεκτάθηκε και στην ελεύθερη Ελλάδα, όπου στρατολογούσε νέους πολεμιστές, ενώ κατά διαστήματα, παρά το γεγονός επέστρεφε στα Γρεβενά, όπου είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων.
Το Φεβρουάριο του 1854, με δύναμη 300 ανδρών ξεκίνησε από τη Λαμία, όπου βρισκόταν για να έρθει στα αγαπημένα του Γρεβενά, ώστε να μεταφέρει και πάλι στους σκλαβωμένους Έλληνες τον παλμό της επανάστασης.
Σε μια μάχη στις 10 Μαΐου του 1854 στη Δεμενίτσα (σημερινό Καρπερό) Γρεβενών, αποδεκατίζει τους Τουρκαλβανούς, οι οποίοι προηγουμένως είχαν επιτεθεί σε ένα καραβάνι νομάδων από τα ορεινά χωριά των Γρεβενών, ενώ έπιασε τα κύρια περάσματα, που βρίσκονταν μεταξύ Κηπουριού, Κρανιάς και Μηλιάς Μετσόβου.
Με την κατάληψη όμως του Μετσόβου από τους Τούρκους και τη φυγή των Γριβαίων απ’ αυτό, ουσιαστικά ο Ζιάκας με τους άνδρες του παραμένει αποκομμένος από τις άλλες επαναστατικές ομάδες και έτσι αναγκάζεται να καταφύγει στο ιστορικό Σπήλαιο Γρεβενών, το οποίο ήταν το τελευταίο οχυρό των αρματολών.
Στο Σπήλαιο Γρεβενών, που αποτελούσε από μόνο του ένα φυσικό φρούριο, οι 300 πολεμιστές του Ζιάκα, αλλά και αρκετός άμαχος πληθυσμός, ήρθαν αντιμέτωποι με 12 χιλιάδες Τουρκαλβανούς, επικεφαλής των οποίων ήταν ο Αβδή πασάς των Ιωαννίνων.
Ο Θόδωρος Ζιάκας, που πίστευε πως αν κρατήσει το Σπήλαιο ελεύθερο το Σπήλαιο, θα πετύχαινε η επανάσταση στην περιοχή, δε δέχτηκε τη διαμεσολάβηση ξένων διπλωματών για να φύγει απ’ αυτό και έτσι για πέντε ημέρες, από τις 28 Μαΐου του 1854 μέχρι και τη 1 Ιουνίου, έρχεται αντιμέτωπος με τον εχθρό, παρά την ανωτερότητα, σε αριθμό πολεμιστών.
Για την ιστορική αυτή μάχη, στην οποία έχασαν τη ζωή εκατοντάδες Τουρκαλβανοί, σε αντίθεση με τις ελάχιστες απώλειες των Ελλήνων, η λαϊκή μούσα έγραψε:

Εσείς βουνά των Γρεβενών και πεύκα του Μετσόβου,
λίγο για χαμηλώσετε μιας τουφεκούλας τόπο,
για να φανούν τα Γρεβενά κι αυτό το Μέγα Σπήλιο,
που πολεμούν οι Έλληνες με του Αβδή τ’ ασκέρι.
Τρεις μέρες κάνουν πόλεμο, τρεις μέρες και τρεις νύχτες,
χωρίς νερό, χωρίς ψωμί, χωρίς κάνα μαντάτο.
Πέφτουν τα βόλια σαν βροχή, τα τόπια σαν χαλάζι
κι αυτά τα λιανοντούφεκα σαν την ψιλή βροχούλα.
Κι’ Αβδή πασάς εφώναξε, Αβδή πασάς φωνάζει.
- Ζιάκα πάψε τον πόλεμο, πάψε και το ντουφέκι
να κατακάτσ’ ου κουρνιαχτός, να σηκωθεί αντάρα,
να βρούνε οι μάνες τα παιδιά και τα παιδιά τις μάνες
να βρει κι η χήρα τον υγιό, π’ άλλον υγιό δεν έχει,
να μετρηθούμε κι εμείς να δούμε πόσοι λείπουν.
Μετριούνται οι Τούρκοι τρεις φορές και λείπουν τρεις χιλιάδες,
μετριούνται τα Ελληνόπουλα και λείπουν τρεις λεβέντες.

Η αντίσταση των Ελλήνων, που χρησιμοποίησαν ακόμη και βαρέλια γεμάτα με πέτρες για την αντιμετώπιση των Τουρκαλβανών, κράτησε πολλές ημέρες, παρά το γεγονός ότι καθημερινά η δύναμη του εχθρού αυξάνονταν καθημερινά. Μπροστά στον κίνδυνο να χαθούν τελικά οι ζωές του άμαχου πληθυσμού ο Θόδωρος Ζιάκας, δέχτηκε τη διαμεσολάβηση των ξένων προξένων και μετέφερε με ασφάλεια, αφού φυσικά είχε δώσει ένα ακόμη μάθημα στους Τουρκαλβανούς, τα γυναικόπαιδα στην ελεύθερη Ελλάδα.
Και γι’ αυτό του το κατόρθωμα η λαϊκή μούσα έγραψε:
  
Εσείς βουνά των Γρεβενών και πεύκα του Μετσόβου,
λίγο για χαμηλώσετε, κάνα ντουφέκι τόπο
για να φανεί απ’ το Ζυγό τα παινεμένο Σπήλιο,
να δούμε το Ζιακόπουλο πως πολεμάει τους Τούρκους.
- Βάστα καημένε Θόδωρε, βαστάξου στο ντουφέκι,
μη σε φοβίζουν Θόδωρε τ’ Αβδή πασά τα τόπια.
- Πως να βαστάξω βρε παιδιά και πως να πολεμήσω, 
μπαρούτ’ δεν έχω ούτε σπυρί, δεν μου μειν’ ένα βόλι
και χίλια γυναικόπαιδα κρεμιούνται στο λαιμό μου.
Άντε παιδιά να φύγουμε να πάμε στ’ Καλαμπάκα
να βρούμε τους συντρόφους μας κι αυτόν τον Χατζή-Πέτρο.
- Ζιάκα μ’ πως και το’ παθες, Ζιάκα μ’ πως εστάθης,
πως άφησες τις εκκλησιές κι αυτό το Μοναστήρι;
- Κάλλιο ν’ αφήσω τσ’ εκκλησιές κι αυτό το μοναστήρι,
παρά ν’ αφήσω στη σκλαβιά χίλια γυναικοπαίδια.

Ο Θόδωρος Ζιάκας, ο οποίος έζησε στη συνέχεια στη Λαμία, όπου πέθανε το 1872, σε ηλικία 75 χρονών, δεν ευτύχησε να δει ελεύθερη, όπως ποθούσε, τη Μακεδονία και την ιδιαίτερη πατρίδα του, για την οποία αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του, αφού πέθανε εντελώς μόνος, χωρίς να απολαύσει τους κόπους από τους αγώνες του. 
Αυτό όμως που κατάφερε, τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά του ήταν να κρατήσουν άσβεστη στους σκλαβωμένους Έλληνες της Πίνδου, αλλά και όλης της Μακεδονίας, την πίστη για την Ελευθερία, η οποία ήρθε μισό αιώνα μετά.

www.fora.gr
www.fora.gr
Click Here
ΤΑ ΝΕΑ ΤΩΝ ΓΡΕΒΕΝΩΝ

EPISTROFH STA GREBENA

Created by FORa