Ενδιαφέρον
παρουσιάζει
η πληροφορία
του F.Pouqueville για το βυζαντινό
παρελθόν του Περιβολίου .
Αναφέρει
λοιπόν πως, πριν την οθωμανική κατάκτηση, το
χωριό ήταν μετόχι, δηλαδή
περιουσία της εκκλησίας της Αγίας Σοφίας
στην Κωνσταντινούπολη . Έτσι ,
αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε από πού
ακριβώς άντλησε αυτή την
πληροφορία,
ώστε να τη θεωρήσουμε βάσιμη, θα μπορούσαμε
να υποθέσουμε πως το
Περιβόλι
προϋπήρχε της οθωμανικής κατάκτησης και πως
ήταν ένας από τους
παλαιότερους
βλάχικους οικισμούς της Πίνδου. Επιπλέον, θα
μπορούσαμε να υποθέσουμε
πως,
από τους βυζαντινούς ακόμη χρόνους,
απολάμβανε κάποιο προνομιακό
καθεστώς.
Με αυτή την υπόθεση της παλαιότητας του
πρωταρχικού οικιστικού πυρήνα
του
Περιβολίου φαίνεται πως συνηγορούν και
κάποιες μεταγενέστερες απόψεις
σχετικές
με το όνομα του χωριού και την οικιστική
απαρχή του. Το
Περιβόλι ίσως είναι οικιστική εξέλιξη
κάποιου ρωμαϊκού φρουρίου με το
όνομα
Πέρβυλα, που είχε επισκευάσει ο Ιουστινιανός
και το οποίο φέρεται να
λειτουργούσε
ως στρατιωτικός σταθμός ή φρούριο που έλεγχε
τη διάβαση της Πίνδου πάνω
από τον αυχένα «Φάγκου Βίμιτου», στα δυτικά
του Περιβολίου. Το όνομα Πέρβυλα
ίσως να προήρθε από τις παλαιότερες
ονομασίες Υπερβολή, που
σημαίνει
αυχένας, ή Περιβολή , που σημαίνει οχύρωμα ή
περιφερειακό και
ανεξάρτητο
φρούριο. Το φρούριο που φέρεται να
ανακαινίστηκε την εποχή του
Ιουστινιανού
και που ίσως υπήρχε ήδη από πολύ
παλαιότερους χρόνους, είναι πιθανό να
προσέλκυσε κάποιον αριθμό κατοίκων, καθώς οι
Ρωμαίοι-Βυζαντινοί
παραχώρησαν
προνομιακό καθεστώς στους ανθρώπους που ήταν
επιφορτισμένοι με τη
φύλαξη
των σημαντικών διαβάσεων , όπως αυτής
ανάμεσα στην Ήπειρο και τη
Μακεδονία.
Σύμφωνα με μία από τις απόψεις για την
απώτερη καταγωγή των Βλάχων, οι
Ρωμαίοι στρατιώτες, οι Armati, όχι
απαραίτητα και ρωμαϊκής καταγωγής,
ήταν
αυτοί που φύλαγαν τις διαβάσεις και αυτοί
που πιθανά στάθηκαν από τα
πρώτα
υποστρώματα της γέννησης των Βλάχων. Ωστόσο,
η θεωρία αυτή για την
καταγωγή
των Βλάχων ίσως δύσκολα μπορεί να
ξεπεράσει το πρόβλημα της
αέναης
παρουσίας των πιθανά λατινόφωνων Armati στην
Πίνδο, αν και ο
Pouqueville
αναφέρει κάποια πιθανή διασύνδεσή τους με
μία αυτοκρατορική ρωμαϊκή
–βυζαντινή
στράτα που διέσχισε την Πίνδο, κάπου κοντά
στο Περιβόλι.
Το
καλοκαίρι
του 1914 – το πρώτο
μετά την απελευθέρωση – ο ζήλος των
Περιβολιωτών για την ιδιαίτερη
Πατρίδα
τους συγκέντρωσε τους περισσότερους, από
κάθε άλλη φορά, κατοίκους. Ο
νόμιμος
πληθυσμός που ενεγράφηκε τότε στα
δημοτολόγια, κατά την πρώτη απογραφή,
έφτασε τους 7.658 .Και δεν είχαν
συγκεντρωθεί όλοι οι Περιβολιώτες,
γιατί
οι περισσότεροι δεν είχαν στέγη.
Καρφωμένο
στο
κέντρο της Πίνδου,
στη Δυτική άκρη της Μακεδονίας, επάνω στη
«Βασιλική Στράτα» των Ρωμαίων
και των Βυζαντινών και στη διάβαση του
Φάγκο Βίμιτο, στην καρδιά της
πιο
πολυτάραχης περιοχής της Βορείου Ελλάδας,
από το ένα μέρος έλεγχε την
επικοινωνία
Ηπείρου και Μακεδονίας, και από το άλλο
στάθηκε βράχος αντιστάσεως στα
κύματα των Αλβανικών ορδών, στις οποίες ,
όχι μια φορά, ανέκοψε την
διείσδυσή
τους προς την Δυτική Μακεδονία και τον
σιτοβολώνα της Θεσσαλίας.
Σύμφωνα
με
τα όσα αναφέραμε
ως τώρα, το Περιβόλι συγκροτήθηκε αρχικά
από τους μικρούς οικισμούς,
πριν
από πολλούς αιώνες, για την φρούρηση και
τον έλεγχο της διαβάσεως της
Πίνδου.
Πότε ακριβώς συγκροτήθηκε δεν μπορούμε να
το ξέρουμε. Αν δεν έγινε επί
Μακεδονικής εποχής, όταν και τότε επί
Φιλίππου υπήρχαν μεθοριακά
φρούρια,
όπως το Πήλιο, ο Πυλών κ.ά., συγκροτήθηκε
οπωσδήποτε αμέσως μετά την
Ρωμαϊκή
κατάκτηση. Τότε διαμορφώθηκε και η
λατινογενής γλώσσα στους κατοίκους
του.
Το
αρματολίκι
της Πίνδου
παρουσιάζεται εν δράσει από τα πρώτα
χρόνια της Τουρκοκρατίας (1432).
Δεν
ξέρουμε όμως αν έδρασε σαν αντίσταση κατά
του κατακτητή ή σαν θεσμός
της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για την φρούρηση
της «Βασιλικής Στράτας» και
της διαβάσεως Φάγκο Βίμιτο.
Πάντως
η βασική
του έδρα καταφυγής
όταν διωκόταν από τον κατακτητή ήταν η
Βάλια Κάλντα, τοποθεσία του
Περιβολίου,
όπου και ο οικισμός Καλύβια Βάλια
Κάλντας.
Η
Βάλια Κάλντα
κατέληξε να
είναι στους αιώνες της Τουρκοκρατίας το
κυριότερο και ασφαλέστερο
λημέρι
των κλεφτών και των αρματολών της Πίνδου,
αλλά και το συνηθισμένο
κρησφύγετο
των ληστών μετά την απελευθέρωση ,
έως τα 1926, όταν εξέλιπε
οριστικά
η ληστεία στην Δυτική Μακεδονία.
Στην
αρχή του
αιώνα παρουσιάζεται
ο Ντήμας Δούκας ή καπετάν-Δούκας. Υπήρξε ο
τελευταίος απόγονος
μιας
μεγάλης οικογένειας αγωνιστών και
καπεταναίων , κλεφτών και αρματολών ,
η οποία προσέφερε όλα τα μέλη της στον
αγώνα.
Ο
Νάσο-Μάνταλος
(Αθανάσιος Κυριάκου
Παπαποστόλου) ανήκε σε μια οικογένεια, που
πάντοτε- από τον ΙΗ’ αιώνα
μέχρι
την απελευθέρωση – είχε μέλη της στο
«κλαρί» , σαν κλέφτες ή αρματολούς
και άλλα σαν ιερείς ή και μοναχούς.
Από
το άλλο μέρος , στο Βελεστίνο, όπου η
σημαντικότερη αποικία των
Περιβολιωτών,
θα παρουσιασθεί και θα δράσει ο Ρήγας
Φεραίος, για να
μαρτυρήσει
στα 1798 , ενώ οι Περιβολιώτες θα
πληρώσουν το κήρυγμα του συμπατριώτη
τους με αίμα και καταστροφές.
Εκεί,
στη
Νότια πλαγιά
της ακροπόλεως των Φερών , λίγες
εκατοντάδες μέτρα από την Παναγία,
ήταν το
σπίτι του Περιβολιώτη Κώστα Κυρατζή ,
όπου κάποια ημέρα του 1757
γεννήθηκε
ο Αντώνιος Κυρατζής , ο Εθνομάρτυρας
Ρήγας ο Βελεστινλής , όπως ο ίδιος
ήθελε να αποκαλείται ή ο Ρήγας
Φεραίος, όπως τον αποκάλεσαν οι
μετέπειτα
ιστορικοί και λογοτέχνες.
Γκόγκο-Μίσιος,
ο
Βράκας από
το Περιβόλι, αρχηγός των Περιβολιωτών
κλεφτών ο Ζιώγας(Γεώργιος
Σκουτέρης),
ο Νάσο –Μάνταλος ο Β’ .
Στη
δράση αυτή
αναφέρονται πολλοί
Περιβολιώτες, κλέφτες και αρματολοί , όπως
ο Χρίστος Λεπενιώτης (Ζήσης
Θεοδώρου), ο Ζήσης Βράκας, ο Ντίνος
Σαράντης( που πήρε το ψευδώνυμο
Καπετάν-Πέρδικας),
ο Κολούσιος Λαχτάρας (Νικόλαος Λαϊτσος), ο
Στέργιος Μπαλατσός
κ.ά.Περιβολιώτης
οπλαρχηγός ο Γεώργιος Τσιουκαντάνας.
Συνεταιρισμοί
υλοτόμων
για την
εκμετάλλευση των δασών καταρτίστηκαν και
υδροπρίονα πολλά λειτούργησαν
(μέχρι τα 1930 στην περιοχή Περιβολίου
λειτουργούσαν 29 υδροπρίονα).
Οι
Περιβολιώτες
δεν είχαν μεγάλη
τάση στο να ξενιτεύονται ,μέχρι τις αρχές
του 20ου αιώνα. Γιατί ο
Περιβολιώτης , κατά την έκφραση του
Κρυστάλλη , «ούτε πεινά ούτε
πένεται».
Και ολιγαρκής και λιτοδίαιτος ήταν και
είναι . Πάντοτε εύρισκε στον
τόπο
του τον τρόπο να κερδίζει τίμια το ψωμί
του. Ζητιάνος ή ξενοδουλευτής
Περιβολιώτης
δεν αναφέρεται πουθενά. Γι’ αυτό, κατά την
περίοδο που περιγράφουμε,
αλλά
και μέχρι την απελευθέρωση σχεδόν , πολύ
λίγοι Περιβολιώτες πήγαν στα
ξένα,
που κι αυτοί ξενιτεύτηκαν εκεί από ειδική
αιτία ή για την εξυπηρέτηση
συγκεκριμένου
σκοπού.
|